Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2021

ΚΑΠΕΤΑΝ ΧΑΨΑΣ ο μακεδόνας ήρωας της επανάστασης του 1821.

Ο Σταμάτιος (Στάμος) Κάψας ή καπετάν Χάψας ήταν οπλαρχηγός της Ελληνικής  επανάστασης του 1821 από τη Χαλκιδική. 

Ο Στάμος Κάψας γεννήθηκε στα Παζαράκια (Κρυοπηγή) Χαλκιδικής στα τέλη του 18ου αιώνα. 

Μετοίκησε σε νεαρή ηλικία στη Συκιά Χαλκιδικής προς αναζήτηση εργασίας. Σύντομα ήρθε σε ρήξη με τους τοπικούς Τούρκους άρχοντες και ξεκίνησε κλέφτικη δράση. Καταξιώθηκε έτσι στα χωριά της Σιθωνίας, στο Χολομώντα και στα "Χασικοχώρια" (που βρίσκονταν στην περιοχή Πολυγύρου). 

Κατά το ξέσπασμα της επανάστασης, ήταν σερδάρης δηλαδή χωροφύλακας της Ιεράς Κοινότητας Αγίου Όρους, στις Καρυές.


Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΧΑΨΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΤΟΥ 1821.


Στις 23 Μαρτίου του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς αποβιβάστηκε στη χερσόνησο του Άθω μεταφέροντας όπλα και πολεμοφόδια με τη βοήθεια Αινιτών και Ψαριανών καπεταναίων. 

Εκεί συναντήθηκε με το Στάμο Χάψα και προχώρησαν στη συγκρότηση του επαναστατικού στρατού. 

Με τη βοήθεια του μητροπολίτη Μαρωνείας Κωνστάντιου στρατολογήθηκαν 1.000 μαχητές μοναχοί. 

Στο μεταξύ ο Στάμος Κάψας στρατολόγησε άνδρες από όλη τη Χαλκιδική με σχετική ευκολία, λόγω του κύρους που είχε αποκτήσει από την πρότερη δράση του. 

Οι μαχητές ήταν κυρίως από την Κασσάνδρα, τα Χασικοχώρια και τη Σιθωνία και ιδιαίτερα από τη Συκιά. 

Το σώμα του Στάμου Χάψα φτάνει τους 2.000 άνδρες. 

Οι Οθωμανοί μέσα σε αυτό το κλίμα, φοβούμενοι την κλιμάκωση των γεγονότων, προβαίνουν σε ωμότητες εις βάρος των Ελληνικών πληθυσμών στη Θεσσαλονίκη και στον Πολύγυρο. Έτσι, αρχίζουν μικρές επαναστατικές εστίες σε διάφορα σημεία των περιοχών της Χαλκιδικής, της Θεσσαλονίκης και των Σερρών. 


Σε έκτακτη σύσκεψη στο Άγιο Όρος την 17η Μαΐου του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς κηρύσσει επίσημα την επανάσταση στη Βόρεια Ελλάδα και αποφασίζεται να διασπαστεί ο επαναστατικός στρατός σε δύο τμήματα. 

Ο Εμμανουήλ Παπάς με τους Μαδεμοχωρίτες και τους μοναχούς, συνολική δύναμη 1.900 άνδρες κατευθύνονται στη Ρεντίνα, προκειμένου να σταματήσουν τις Οθωμανικές δυνάμεις που έρχονταν από Δράμα και Κωνσταντινούπολη, στα Μακεδονικά Τέμπη. 

Ο Στάμος Κάψας με υπαρχηγό των Αναστάσιο Χυμευτό και συνολική δύναμη 2.000 ανδρών κατευθύνονται προς κατάληψη της Θεσσαλονίκης. 

Ο επαναστατικός στρατός του προχωρά δυτικά και απελευθερώνει το ένα μετά το άλλο τα χωριά και τις πόλεις της περιοχής. Προελαύνει σε Κομίτσα, Ιερισσό, Αρναία, Άγιο Πρόδρομο, Γαλάτιστα και Βασιλικά. 


Στα Βασιλικά οι επαναστάτες ενώθηκαν με τα ένοπλα σώματα των Βασιλικιωτών και των Βαβδινών. Τελικά, στις 8 Ιουνίου 1821, οι επαναστάτες στρατοπεδεύουν στη Θέρμη, τότε ονομαζόταν Σέδες, με σκοπό να ανασυνταχθούν για την τελική επίθεση στη Θεσσαλονίκη. Ακολούθησε μάχη, σύμφωνα με ορισμένους στη Θέρμη ενώ κατ΄ άλλους κοντά στη σημερινή Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή, με το ιππικό του Αχμέτ μπέη των Γιαννιτσών στην οποία οι Τούρκοι ηττήθηκαν. 


Η φήμη του έχει φτάσει μέχρι τη Θεσσαλονίκη, όπου οι Θεσσαλονικείς περιμένουν να τον υποδεχτούν ως απελευθερωτή. 

Τότε του προσάπτεται και το προσωνύμιο «καπετάν Χάψας», με την έννοια ότι «έχαφτε τους Τούρκους». 


Ο Αυστριακός πρόξενος στην Θεσσαλονίκη, που παρακολουθούσε από κοντά τα γεγονότα, σε αναφορά του προς τον Αυστριακό Καγκελάριο Κλέμενς φον Μέττερνιχ αναφέρει μεταξύ άλλων: 

"Η Ελληνική επανάσταση, που έχει ξεσπάσει κιόλας σε πολλές επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προκαλεί τη γενική κατάπληξη. Σταματούν οι δουλειές και όπου υπάρχουν πολλοί Έλληνες οι εχθροπραξίες είναι ανοιχτές... Κινήσεις ζωηρές γίνονται και στη Θεσσαλονίκη μέρα μεσημέρι, επειδή οι επαναστάτες βρίσκονται μόνο λίγες ώρες μακριά. Βρίσκονται σε ένα χωριό που ονομάζεται Γαλάτιστα και ξεσηκώνουν παντού τις ψυχές των κατοίκων... 

Πολυάριθμα πολεμικά καράβια με ξεχωριστή καινούρια σημαία λυμαίνονται τη θάλασσα, συλλαμβάνουν τουρκικά πλοία, κάνουν νηοψίες στα πλοία των Ευρωπαϊκών δυνάμεων, που όμως τα σέβονται... 

Στο μεταξύ εδώ αυξάνονται οι αταξίες. Η αδημονία και ο γενικός φόβος, μήπως οι Έλληνες χτυπήσουν από στεριά και θάλασσα την πόλη υπάρχει διάχυτος, αν και η κυβέρνηση έχει συλλάβει ως ομήρους τους πιο πλούσιους Έλληνες που ασκούν και την πιο μεγάλη επιρροή.

Τα νέα όμως από το μέτωπο του “Εμμανουήλ Παπά δεν είναι καλά, καθώς ο τελευταίος αναγκάζεται σε οπισθοχώρηση μετά τις μάχες της Ρεντίνας και της Απολλωνίας με τις υπέρτερες και καλύτερα οπλισμένες Οθωμανικές δυνάμεις από τη Δράμα και την Κωνσταντινούπολη. 

Ο Εμμανουήλ Παπάς με μόνο 200 αγωνιστές μέσω Πολυγύρου σπεύδει να ενωθεί με το σώμα του Χάψα. 


Τελικά οι επαναστάτες του Χάψα οπισθοχωρούν από τη Θέρμη στα Βασιλικά, όπου ενώνονται με τους 200 αγωνιστές του Εμμανουήλ Παπά. 

Ο Εμπού Λουμπούτ πασάς της Θεσσαλονίκης έχει συγκεντρώσει πλεόν 35.000 τακτικό στρατό (30.000 πεζούς και 5.000 ιππείς υπό τον Μπαϊράμ πασά) και σπεύδει να αναμετρηθεί με τους επαναστάτες στα Βασιλικά. 

Ο καπετάν Χάψας επέλεξε ως σημείο μάχης τη στενωπό της κοιλάδας του Ανθεμούντα, κοντά στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας. 

Τότε ο Στάμος Κάψας αποφασίζει να στείλει τον Αναστάσιο Χυμευτό με τμήμα του στρατού, στην Κασσάνδρα προκειμένου να εξασφαλίσει την περιοχή από ενδεχόμενη απόβαση Οθωμανικών στρατευμάτων μέσω θαλάσσης. 

Η μάχη που διεξάγεται είναι άνιση και ο καπετάν Χάψας διαβλέπει τον κίνδυνο πανωλεθρίας, καθώς οι Οθωμανοί προβαίνουν σε σφαγές αμάχων στα Βασιλικά. Τότε, αποφασίζεται, με υπόδειξη του προύχοντα από τα Βασιλικά Γεωργίου Κοτζιά, η οχύρωση εντός του μοναστηριού της Αγίας Αναστασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι Οθωμανοί. 

Στις διαπραγματεύσεις του Εμμανουήλ Παπά με τους μοναχούς, συμφωνείται τελικά η είσοδος μόνο των αμάχων και των γυναικοπαίδων από τα Βασιλικά και τη Γαλάτιστα. 

Έτσι, ο καπετάν Χάψας αποφασίζει να μείνει στο πεδίο της μάχης με 63 μαχητές, ενώ ο Εμμανουήλ Παπάς με το υπόλοιπο στράτευμα να συνοδέψει τα γυναικόπαιδα στη μονή. 


Η αυτοθυσία και ο ηρωισμός του καπετάν Στάμου Χάψα ήταν συγκινητικός, καθώς αγωνίστηκε μέχρις εσχάτων ώστε να εξασφαλίσει τη σωτηρία των αμάχων. 

Στο πεδίο της μάχης, στις 10 Ιουνίου 1821, έξω από τα Βασιλικά στους πρόποδες του βουνού Βούζιαρη, στην τοποθεσία που λέγεται

 “Του Τσελέπη η Πέτρα” και ύστερα από σφοδρή μάχη σκοτώθηκαν και οι 64 αγωνιστές (οι περισσότεροι από τη Συκιά) μέχρις ενός. 


Σήμερα το σημείο αυτό ονομάζεται "Κομμένοι" ή "Συκιωτούδια" και έχει κατασκευαστεί από το 1997 μνημείο της θυσίας. 

Στη μαρμάρινη πλάκα αναγράφει:

ΤΟ ΜΑΚΕΔΝΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΕΝΟΣ ΠΡΟΜΑΧΕΙ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΩΝ.


Η τελευταία αναφορά για τον Χάψα είναι ότι τον είδαν να ορμάει με το σπαθί στο χέρι και ένα μαχαίρι στα δόντια, στον κύριο όγκο του τουρκικού στρατεύματος. 

Τον ακολούθησαν οι Βαβδινοί οπλαρχηγοί Παύλος Χαλάτης, Θεολόγος Τουρλάκης και Αυγερινός Καραγιάννης.

Του Ευαγγελου Ραπτη.